Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2019

Η θλιμμένη γιορτή ΙΙΙ


Έπεσα από τον ουρανό γιατί μέχρι τότε είχα πιστέψει αφελώς πως απολάμβανα μια λίγη έστω αγάπη από τους δικούς μου. Αλλά όχι.  Το ουσιώδες για εκείνους, ήταν το τι φαινόταν προς τα έξω.
Την ίδια στιγμή αυτή η συνειδητοποίηση είχε, τουλάχιστον, ένα θετικό. Οι μάσκες έπεσαν η μία μετά την άλλη μπροστά στα μάτια μου. Τελικά έβλεπα αυτούς τους ανθρώπους  σε όλη την ωμή γύμνια τους… δεν ήταν και πολύ όμορφο σα θέαμα, ήταν όμως, η λυπηρή αλήθεια όπως σκεφτόμουν με πόνο και θυμό. Τότε κατάλαβα και το λόγο της αποπομπής μου, να μην ξεφύγω  από την καθεστηκυία τάξη, τα ειωθότα που τα λένε και παράδοση, όπως βέβαια αυτοί την όρισαν, πάντα κατά τα καλά και συμφέροντα.  Ο λόγος που μου άνοιξαν τις αγκάλες τους , να με απαλλάξουν από την «ενοχή» κι έτσι να ξεπλύνουν την τιμή της οικογένειας. Ήταν αυτή η ακριβή φήμη, που πάντα ήταν πιο σημαντική από όλα τα άλλα. Αηδίαζα!!
Όταν  τελείωσαν οι μεγάλοι  πανηγυρισμοί, επιτέλους βρέθηκα με τη γυναίκα μου και μπορέσαμε να ξανασυναντηθούμε προκειμένου να ανασυγκροτήσουμε μόνοι την προσωπική μας ζωή. Το «μόνοι» δεν ήταν εντελώς ακριβές.  Είχαν βάλει στο σπίτι μέσα τον ένα αδελφό με τη γυναίκα του για «προστασία» όπως είπαν. Μόνο ψιθυριστά μπορούσαμε να μιλάμε κι αυτό με μεγάλο φόβο. Της  διηγήθηκα την ιστορία μου κι έβλεπα πως η γυναίκα μου είχε ασπρίσει. Δε γνώριζε τίποτε. Πίστευε όπως της είχαν πει, πως έπεσα θύμα ληστών και κακοποιών. Αναρωτιόταν γιατί ο πατέρας μου δεν έκανε κάτι για να με βρει έστω νεκρό. Αυτό πίστευε η συμβία μου. Ρίγος με διαπέρασε με την υποκρισία του πατέρα μου! Αυτό ξεπερνάει οτιδήποτε μπορούσα να φανταστώ. Αισθάνομαι πια βαθιά προδομένος, ξεφτιλισμένος, ταπεινωμένος…
Οργή, μνησικακία και φόβος φώλιασαν στην καρδιά μας. Και με τους φρουρούς μέσα στο σπίτι μας ξέραμε πως δε μπορούσαμε να κινηθούμε ούτε σπιθαμή χωρίς να το γνωρίζουν.  Η σκέψη που μας έκανε να τρέμουμε ήταν μήπως θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή μας και τη ζωή των παιδιών μας.!!! Φοβόμουν πως αυτή η ανυπόφορη κατάσταση θα κατέληγε στο ξέσπασμα μιας ανεξέλεγκτης έκρηξης !!
Προσπαθήσαμε πολύ να μείνουμε ψύχραιμοι, να μη δείχνουμε τη δυσαρέσκεια μας. Κάθε βράδυ γονατιστοί παρακαλούσαμε τον Θεό να μας βοηθήσει να σηκώσουμε το βάρος και να μας δείξει την διέξοδο, εφόσον μέσα από τα ανθρώπινα μάτια, ο ορίζοντας φαινόταν εντελώς κλειστός για την ΕΞΟΔΟ  μας!!..................................................................................
ΥΓ: Η θλιμμένη γιορτή είναι η προσωπική  μαρτυρία του καθένα και της καθεμιάς μας. Τα κοινωνικά στάτους  μας σφιχταγκαλιάζουν,  μας πιέζουν, μας λιώνουν.  Ο περίγυρος ορίζει τη ζωή και το είναι μας. Όταν πάμε να ταράξουμε τη λίμνη, μας εκτελούν αν δεν επανορθώσουμε. Ο σεβασμός στην ελευθερία του ανθρώπου είναι ακατανόητος για τη μικρή μας  πόλη , το χωριό, την γειτονιά, το σπίτι.  Κι όμως είναι το πολυτιμότερο δώρο που έδωσε ο Θεός  προς τον άνθρωπο αυτή η ρημαδοελευθερία!!  Τελικά   η βία και η στέρηση της αληθινής ελευθερίας, όπως την ορίζει ο Θεός, είναι ξένη με την υποκριτικά  χαοτική κοινωνία μας.  Όποιος αντισταθεί σε αυτή την σαπίλα της κοινωνίας  ξέρει πολύ καλά να πληρώνει  το βαρύ τίμημα της!
Καλά Χριστούγεννα

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2019

Η Θλιμμένη γιορτή Ι & ΙΙ


 Ι
Όταν μετά την εξορία μου για πάνω από δυο  με δυόμιση χρόνια επέστρεψα στα πατρώα μέρη , κάθισα λίγο έξω από την πόλη μου στη σκιά ενός πλατάνου για να  σκεφτώ την καινούρια μου κατάσταση.
Αντιμετώπιζα ένα τρομερό δίλλημα. Πέθαινα από την επιθυμία να δω τη γυναίκα μου και τα δυο μου παιδιά, να τους σφίξω στην αγκαλιά μου, για να πάρω εκείνη τη στοργή που τόσο βάναυσα μου είχε λείψει κατά τη διάρκεια της εξορίας μου.  Αυτό όμως συνεπάγονταν την επιστροφή και στο πατρικό σπίτι, όπου θα ξανασυναντούσα εκείνους που με είχαν παραδώσει, χωρίς να μπορώ να τους ουρλιάξω τον πόνο μου και το συσσωρευμένο μέρα με τη μέρα μίσος μου εναντίον τους.  Δεν ήμουν σίγουρος αν μπορούσα να το κάνω αυτό.
Λίγο πριν την επιστροφή  ονειρευόμουν να φύγω σε άλλο μέρος και να μη ξαναβγώ από εκεί.  Δεν ήθελα να αντιμετωπίσω την εσωτερική εξορία  μέσα στους κόλπους της φαμίλιας μου, ούτε να ζω μέσα στο ψέμα. Τώρα δεν αισθανόμουν σαν έναν από αυτούς. Οι συναισθηματικοί δεσμοί είχαν σπάσει. Πράγματι σήμερα αισθανόμουν ότι μου ήταν αδύνατον να τους συγχωρέσω.  Η φυγή μου θα έλυνε το πρόβλημα;
Τι να έκανα ; Είχα το δικαίωμα να παρατήσω τη γυναίκα και τα παιδιά μου; Θα μπορούσα να ζήσω μια ζωή άξια του ονόματος μου χωρίς να πρέπει να κρύβομαι;… Δεν είχα εντέλει το δικαίωμα να  επιθυμώ λίγη ξεκούραση  και γαλήνη;
Αυτές οι ερωτήσεις συνέθλιβαν συνεχώς την σκέψη μου για σχεδόν δυο ώρες. Ήμουν διχασμένος, ζύγιζα τις δυο επιλογές που μου προσφέρονταν χωρίς να  μπορώ να διαλέξω.
Τελικά αφού είχα παιδεύσει το μυαλό μου και ζυγίσει τις επιλογές μου, η επιθυμία να ξαναδώ τα παιδιά μου, παρέσυρε όλα τα άλλα επιχειρήματα. Δε θα μπορούσα να βρω γαλήνη, αν τα εγκατέλειπα, παραδομένα στη μισητή εξουσία των συγγενών μου.
Μάζεψα λοιπόν ότι μου είχε μείνει από κουράγιο για να προχωρήσω , σκεφτόμενος πως πήγαινα να ριχτώ στο στόμα του λύκου. Φτάνοντας  κοντά στο σπίτι, αναγνώρισα στην άκρη του δρόμου τον ένα από τα αδέλφια μου.  Πέρασα αμίλητος μπροστά του, παίρνοντας έτσι μια χαιρέκακη ευχαρίστηση, καθώς επωφελήθηκα από  το γεγονός της έκπληξης του. Όσο για μένα διέσχισα  με λαχτάρα τα υπόλοιπα εκατό μέτρα που με χώριζαν από την οικογένεια μου.
Περπατώντας στο δρόμο, όσο φοβόμουν, άλλο τόσο και επιθυμούσα τη στιγμή που θα έσμιγα ξανά με τα  παιδιά  μου. Στα πάνω από δυο χρόνια απουσίας μου πρέπει να είχαν συμβεί πολλά…. Στον τόπο εξορίας μου είχα όλο το χρόνο ελεύθερο να σκαρφιστώ τα πιο σκοτεινά σενάρια:  Η πίεση των δικών μου που θα είχαν οδηγήσει την γυναίκα μου; Θα με αναγνώριζε; Γιατί είχα αλλάξει φυσιογνωμικά λόγω της ημιτελούς διατροφής.  Βασικά αυτό το ερώτημα με βασάνιζε όταν έσπρωχνα την πόρτα της συζυγικής εστίας…..
Έτσι όπως είχα καταντήσει προκάλεσε πράγματι μια κίνηση οπισθοχώρησης στην έκπληκτη γυναίκα μου. Στη συνέχεια , όταν τελικά με αναγνώρισε δε θυμάμαι πόσο έκανε να μα αναγνωρίζει, μου φάνηκε όμως κοντά αιώνας, τα χαρακτηριστικά της φωτίστηκαν από ένα χαμόγελο. Μα, μόλις την πήρα στην αγκαλιά  μου………


 ΙΙ

Ξαφνικά πίσω από την πλάτη μου άκουσα πάρα πολλές φωνές κι ένα πλήθος που συνωστίζονταν απ έξω και που φαινόταν αποφασισμένο να θέλει να μπει μέσα. Πάγωσα και φοβήθηκα για το χειρότερο, δηλαδή την επάνάληψη των γεγονότων πριν από δυόμιση χρόνια, όταν ένα πρωινό δέχτηκα την επίθεση…
Ήμουν έτοιμος να το σκάσω, όμως, μου έκανε εντύπωση το είδος των επιφωνημάτων που έμοιαζαν περισσότερο με εκδήλωση χαράς, παρά με ξεφωνητά μίσους. Και πράγματι αυτό που αντίκρισα μπροστά μου, ήταν μια χαρούμενη ομάδα αποτελούμενη από την οικογένεια μου σε πλήρη απαρτία, τις γυναίκες, τα κουτσούβελα και τους άντρες να με περιτριγυρίζουν και να με αγκαλιάζουν χαρούμενα…
Δεν καταλάβαινα τίποτα. Μήπως ήμουν θύμα μιας παραίσθησης; Αν ίσχυε αυτό, η γυναίκα μου έμοιαζε να είναι κι αυτή θύμα της ίδιας μαγείας, καθώς είχε ξαφνιαστεί από αυτό τον αναβρασμό. 
Πολύ σύντομα  ένα γλέντι ξεκίνησε με μουσική κι όλοι συγγενείς, φίλοι  και γείτονες ενώθηκαν . Σα να είχαν πάρει κάποιο σήμα  μαζεύτηκαν  για να γιορτάσουν την επιστροφή μου. Ήμουν απολωλός κι επέστρεψα…. «Να που ο αγαπημένος γιος γύρισε». Μια γιορτή στήθηκε στο άψε σβήσε. Σε χρόνο μηδέν έσφαξαν πολλά παχιά μοσχάρια, για να ταϊστούν οι συνδαιτυμόνες. Ο πατέρας μου είχε οργανώσει τα πάντα πολύ καλά….
Μπορεί να μην ένιωθα  πια αισθήματα αγάπης για εκείνον, αλλά υπήρχε ένα πράγμα που του αναγνώριζα, την ικανότητα του να κατευθύνει προς το συμφέρον του τις περιστάσεις και να τις οργανώνει με μαεστρία! Άλλωστε εκείνος ήταν κι όχι τόσο εγώ που αποτελούσε το κέντρο της ομήγυρης, η οποία συνεχώς μεγάλωνε. Όλοι στριμώχνονταν γύρω του,  να τον συγχαρούν για την επιστροφή του γιου του και του έφερναν δώρα. Κι εγώ ήμουν στο πλάι του και χαμογελούσα σ όλο τον κόσμο, αλλά μέσα μου ήθελα να κλάψω…
Τι ήταν αυτή η κωμωδία, που έμοιαζε όλο και περισσότερο ύποπτη;  Ήταν δυνατόν να χαίρονται αληθινά και ειλικρινά με την επιστροφή μου, ενώ θα έπρεπε να φοβούνται περισσότερο την εκδίκηση μου; Στοιχειωμένος από αυτές τις αναπάντητες ερωτήσεις, πέρασα σαν παρατηρητής, με σφιγμένη καρδιά, μέσα απ αυτές τις χαρές, χωρίς να νιώθω κανένα από εκείνα τα αισθήματα που προσποιούμουν ότι ένιωθα.
Ένιωθα αηδιασμένος από αυτή την αφθονία. Και όλα αυτά γιατί; Για να εξυπηρετήσουν μια άθλια παρωδία!... Τελικά κατάλαβα τι ήταν εκείνο που περίμεναν σίγουρα από μένα… να κρατήσω τη θέση μου στο όμορφο τραπέζι μιας ενωμένης οικογένειας, μετά από μια μεγάλη δοκιμασία.
Πίσω όμως από αυτό το ψέμα, ανακάλυψα κάτι άλλο που με πόνεσε περισσότερο. Τελικά εκείνο που μετρούσε πιο πολύ από την αμοιβαία αγάπη για εκείνους και ειδικά για τον πατέρα μου, ήταν η καλή φήμη, αυτά που θα του έλεγαν και ο φόβος μη χάσει το κύρος του.
Άλλωστε αυτός ο φόβος είχε κατευθύνει από την αρχή τις αντιδράσεις του κι εκείνη την ανήκουστη βία απέναντί μου.  Ήταν  η έγνοια τους να συγκαλύψουν  την αποστασιοποίηση μου από το δικό τους  γίγνεσθαι στη ζωή και να κουκουλώσουν τούτο το  κατ αυτούς σκάνδαλο….
(Συνεχίζεται….)


Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ τίΜΗΜΑ....




Ξύπνησα το πρωί με μια παράξενα καλή διάθεση, σα να έχω αναρρώσει από μια μακρά ασθένεια, που στην περίπτωση μου με κρατούσε σε μια μακροχρόνια ατονία της ψυχής, του αληθινού εαυτού . Εκείνου που ένιωθε μέχρι τώρα μια φυλακή στολισμένη με στολίδια βγαλμένα από παραμυθένια πλούτη. Ρούφηξα το πρωινό αεράκι βγαίνοντας από το σπίτι. Αλήθεια πόσο ταίριαζε με την διάθεση μου, την ευθυμία που με διακατείχε. Εκείνο που με είχε ξαλαφρώσει είναι ότι για πρώτη φορά ένιωθα ελεύθερος και μόνος. Ναι καλά βλέπετε μόνος κι ευτυχής.
Ένα όνειρο με ξύπνησε. Ε και; Τούτο συμβαίνει σε όλους! Ναι μα αυτό το όνειρο είχε κάτι ιδιαίτερο…. Το θυμάμαι! Πόσες φορές έβλεπα όνειρα και δε θυμόμουν τίποτε. Ζήλευα τα αδέλφια μου μικρός, όταν διηγούνταν τα όνειρα τους, ενώ εγώ έξυνα την κούτρα μου μπας και θυμηθώ. Αλλά τίποτε. Γι αυτό σας λέω είναι μοναδικό που θυμάμαι το όνειρο που είδα. Μοναδικό κι ανεπανάληπτο!
Το πρωινό αυτό παίρνω επιτέλους την εκδίκηση  μου για όλα αυτά τα χρόνια της αδελφικής ταπείνωσης… Να που έγινα ικανός όπως όλοι να διηγηθώ ένα όνειρο! Πόσο θα ήθελα να είναι τα αδέλφια μου μπροστά σε αυτό το εξαιρετικό γεγονός.
Σε εκείνο το όνειρο λοιπόν (το θυμάμαι πολύ καθαρά….) βρισκόμουν  στην όχθη ενός ρυακιού, που δεν ήταν πολύ πλατύ, μόλις ένα μέτρο. Στην άλλη όχθη στέκονταν ένα πρόσωπο τυλιγμένο σε ένα φωτεινό μανδύα, σκεπασμένος με μια κουκούλα.  Μια ακαταμάχητη δύναμη με έσπρωχνε προς αυτό το πρόσωπο, μαζί με την επιθυμία να περάσω στην άλλη όχθη και να το συναντήσω. Ξεκίνησα λοιπόν να δρασκελίσω το ρυάκι μα ο χρόνος μου φάνηκε αιωνιότητα. Βρέθηκα να αιωρούμαι από το έδαφος και την στιγμή που άπλωνα το χέρι μου να πιαστώ από το μανδύα του, τότε το πρόσωπο εξαφανίστηκε κι τσαλαβούτησα  στα ήρεμα νερά του ρυακιού. Μια φωνή ακούστηκε από τη μεριά που πριν λίγο στέκονταν ο άγνωστος. « ΤΟ τίΜΗΜΑ  του διαφορετικού είναι η μοναξιά».
Όταν ξύπνησα αυτά τα λόγια τα έκανα κτήμα μου. Κατάλαβα ότι όταν  σκέφτεσαι αλλιώς, όταν δεν ακολουθείς τις πεπατημένες, όταν λειτουργείς με βάση αυτά που νιώθεις κι αντιδράς σε ότι σε ποτίζουν και σε ταΐζουν, τότε πληρώνεις ένα τίμημα…. το να είσαι μόνος.
Να σας εξομολογηθώ ότι αυτό μ αρέσει πολύ!  Είναι τέλειο να νιώθεις μόνος, να ακολουθείς τη γραμμή που έχεις χαράξει, χωρίς να πιέζεσαι από ετερόκλητες δυνάμεις που σε οδηγούν σε καταπίεση. Δεν είναι εύκολο να  κατανοηθεί, όπως δεν είναι εύκολο να περιγραφεί η ελευθερία που σε κατακλύζει όταν απομονώνεσαι . Εντυπωσιακό το τίμημα της μοναξιάς. Κι αυτό γιατί  σε γεμίζει μαγεία, αισθάνεσαι ένα μόνιμο μειδίαμα στα χείλη σου. Πραγματικός θησαυρός αυτό το τίμημα.
Δε δίνεις λόγο, δεν είσαι υποχρεωμένος σε συμβατικές δράσεις που καθημερινά ορίζουν το κοινωνικό γίγνεσθαι. Από την άλλη δεν είσαι αντικοινωνικός. Λειτουργείς με βάση τις επιθυμίες σου. Η συμμετοχή γίνεται μετοχή κι όχι φωτογραφικό φλας.  Η πατημασιά σου είναι σταθερή. Δεν σε κυκλώνει ο βούρκος της κοινωνικής ψευτιάς. Πετάς και βλέπεις καθαρά πια το τι κυκλοφορεί κάτω.  Χρειάζεται δύναμη να κάνεις το άλμα προς το άγνωστο, μα είναι το δικό σου άγνωστο κι όχι το γνωστό σιγουράκι των πολλών. Όπου πατάς  είναι πλέον ό δικός σου δρόμος.
Οι πολλοί λαθεύουν; Έχουν άδικο που ακολουθούν αυτό που πιστεύουν; Όχι έχουν τη βούληση και πράττουν… Άλλωστε όπως γράφει ο Γ. Καλπούζος στην Ουρανόπετρα… «Έχει δρόμο που ορίζεις την πατημασιά σου και δρόμο όπου στην ορίζουν άλλοι. Στοχάσου και διάλεξε σε ποιόν θέλεις να πατάς». Έτσι κι αλλιώς μόνοι γεννιόμαστε και μόνοι φεύγουμε!